Η Ειδική Φοβία αποτελεί ένα σύνολο ετερογενών διαταραχών που χαρακτηρίζονται από έντονο και παράλογο φόβο σχετικά με μια μικρή ομάδα αντικειμένων, καταστάσεων, χώρων, φυσικών φαινομένων, δραστηριοτήτων. 'Οπως για παράδειγμα φόβος κλειστών χώρων, σεισμών, συγκεκριμένων ζώων, φόβος στη θέα αίματος, στα αεροπορικά ταξίδια.
Το άτομο που πάσχει από τη διαταραχή αποφεύγει να έρθει σε επαφή με το αντικείμενο ή την κατάσταση και όταν αυτό δεν είναι εφικτό, την υπομένει με έντονα σημάδια άγχους και δυσφορίας. Τέλος, ο πάσχων αναγνωρίζει πως ο φόβος του είναι παράλογος ή δυσανάλογος σε σχέση με τη φοβική αντίδραση.
Υπάρχουν πέντε είδη της διαγνωστικής αυτής κατηγορίας που περιλαμβάνουν:
Η νόσος παρουσιάζεται πιο συχνά στις γυναίκες - σχεδόν δυόμιση φορές πιο συχνά από ότι στους άντρες. Στη χώρα μας υπολογίζεται περίπου ένα 10% να έχει αναπτύξει έναν τύπο ειδικής φοβίας κάποια στιγμή στη ζωή του.
Η έναρξη κυμαίνεται ανάλογα με τον τύπο: η φοβία ζώων και αίματος με έναρξη στην παιδική ηλικία, ενώ οι καταστασιακού τύπου φοβίες συνήθως στην πρώιμη ενήλικη ζωή. Οι φοβίες δε φυσικών φαινομένων ποικίλλουν όσον αφορά τη χρονική στιγμή έναρξης.
Η πορεία της διαταραχής ποικίλλει από την περιστασιακή έξαρση μέχρι τη χρονιότητα. Μεγάλη σημασία έχει ο τύπος της Ειδικής Φοβίας και η ανάγκη του ατόμου να εκτίθεται σε αυτόν τον φόβο. Για παράδειγμα, σε ένα άτομο που πληρεί τα κριτήρια φοβίας για τα φίδια, όμως ζει στην πόλη, δεν έχει μεγάλη επίπτωση αυτός ο φόβος στην καθημερινότητά του. Επίσης, φοβίες που αναπτύσσονται μετά από τραυματικά γεγονότα ή συνδέονται με εξελικτικούς και επιβιωτικούς σκοπούς (π.χ. υψοφοβία, ζωοφοβία) είναι πιο επίμονες και πιο ανθεκτικές στη θεραπεία.
Η αιτιολογία τους ποικίλλει και αποτελεί συνδυασμό του τρίπτυχου των γενετικών παραγόντων, της κληρονομικότητας και της μάθησης, με κάποιους τύπους να εξηγούνται καλύτερα με το ένα ή το άλλο μοντέλο, πάντα όμως με τη συμμετοχή και των τριών παραγόντων και χωρίς να είναι πλήρως σαφής ο ρόλος του καθενός στην ανάπτυξη της διαταραχής. Για παράδειγμα, σε ένα άτομο που αναπτύσσει φοβία οδήγησης μετά από ένα τροχαίο ατύχημα, σίγουρα ο παράγοντας της μάθησης παίζει τον πρωτεύοντα ρόλο στην ανάπτυξη του φόβου, όμως η γενετικά προκαθορισμένη φύση του ανθρώπου για επιβίωση τον «προστατεύει» και τον παρακινεί στην ασφάλεια μέσω της αποφυγής της κατάστασης. Επίσης, έχει βρεθεί πειραματικά πως η φοβία αίματος τραύματος έχει έντονη κληρονομική προδιάθεση.
Η θεραπεία έκθεσης είναι η θεραπεία επιλογής για την ομάδα των ειδικών φοβιών. Μετά από ιεράρχηση των φοβικών έρεθισμάτων από τα πιό ευκολα στα πιό δύσκολα ο ασθενής εκτίθεται παρουσία του θεραπευτή στην αρχή. Γίνεται καταγραφή του άγους κατά την διάρκεια της έκθεσης και αναλόγως συνεχίζεται μέχρι να νοίωσει ο ασθενής πως έχει τον έλεγχο. Πολλές φορές ο θεραπευτής στην αρχή λειτουργεί σαν μοντέλο μίμησης ώστε να ακολουθήσει και ο ασθενής. Η τεχνική έκθεσης στις ειδικές φοβίες εχει εντυπωσιακά αποτελέσματα με ποσοστά 80% και σε πολύ σύντομο διάστημα συνεδριών.
Ειδικότερα για την κατηγορία αίματος τραυματισμού και επειδή υπάρχει πολύ ενεργός ρόλος της φυσιολογίας του σώματος με την αντίδραση του πνευμονογαστρικού νευρου και την λιποθυμία, ο ασθενής εκπαιδεύεται πριν την έκθεση στην λέγομενη τεχνική Εφαρμοσμένης Έντασης. Σε αυτή την τεχνική μέσα απο μια διαδικασία διαδοχικών σφξιμάτων σε όλο το σώμα κατορθώνει να διατηρεί την αρτηριακή του πίεση σε ικανοποιητικά επιπεδα αντισταθμίζοντας έτσι τη δράση του πνευμονογαστρικού. Μόνο όταν έχει τον πλήρη έλεγχο της τεχνικής εκτιθεται σταδιακά στη θέα άιματος και συναφών φοβικών ερεθισμάτων.
Copyright © 2020 giannisvlontakis.gr.
Developed by Sphere Web Solutions.